Το ορεινό καταφύγιο της Όχης
Το καταφύγιο στο βουνό Όχη της Καρύστου βρίσκεται σε μια πολύ ωραία τοποθεσία, δίπλα από το μοναδικό αρχαίο δάσος καστανιάς, κοντά σε πηγή πόσιμου νερού, σε ένα σημείο με θαυμάσια θέα και σε υψόμετρο 1050 μέτρα. Η κορυφή της Όχης έχει ύψος 1398 μέτρα και το καταφύγιο απέχει από την κορυφή μια περίπου ώρα με τα πόδια.
Το καταφύγιο της Όχης διαχειρίζονται από κοινού το Γιοκάλειο Ίδρυμα της Καρύστου και η Ομοσπονδία Φυσιολατρικών-Ορειβατικών-Εκδρομικών Σωματείων Ελλάδος
Δυνατότητες φιλοξενίας του καταφυγίου
Ο μέγιστος αριθμός επισκεπτών που είναι δυνατό να φιλοξενηθούν είναι 25. Ο κανονισμός καθορίζει ότι ο ελάχιστος αριθμός επισκεπτών ανά ομάδα/group, είναι 10. Το καταφύγιο διαθέτει 18 κρεβάτια και το ξύλινο πατάρι έχει χώρο για να κοιμηθούν ακόμη 6-7 άτομα. Έχει άφθονο νερό, διαθέτει δυο τουαλέτες με τρεχούμενο νερό, έχει έπιπλα τραπεζαρίας για φαγητό και πέτρινους πάγκους/τραπέζια στην αυλή. Υπάρχει οργανωμένη κουζίνα που διαθέτει μαγειρικά σκεύη, μεγάλη εστία και σχάρα ψησίματος. Πιθανώς να υπάρχει πρόβλημα με την συντήρηση τροφίμων τους ζεστούς μήνες κυρίως. Το χειμώνα το κρύο αντιμετωπίζεται με το τζάκι και μια σόμπα πετρελαίου. Οι επισκέπτες πρέπει να φροντίζουν για το πετρέλαιο και στην αποθήκη υπάρχουν εργαλεία για το κόψιμο ξύλων που είναι άφθονα γύρω από τον χώρο του καταφυγίου.
Για αν επισκεφθεί μια ομάδα το καταφύγιο της Όχης θα πρέπει να έλθει σε επαφή με τον κύριο Νίκο Γκίκα στο τηλέφωνο 6936 365435, ο οποίος είναι ο υπεύθυνος του καταφυγίου. Για την επιβεβαίωση της κράτησης χρειάζονται 10 μέρες περίπου.
Πώς φτάνουμε στο καταφύγιο
Σήμερα, η πλειοψηφία των επισκεπτών επιλέγει τον πιο ανώδυνο τρόπο για να προσεγγίσει το καταφύγιο. Χρησιμοποιεί αυτοκίνητο.
Ξεκινώντας με αυτοκίνητο από την Κάρυστο παίρνουμε το δρόμο που πηγαίνει για τα χωριό Kάτω Αετός. Περνάμε μέσα από τον Αετό και συνεχίζουμε ανεβαίνοντας την ανηφόρα για το χωριό Μετόχι. Αφού περάσουμε το Μετόχι, έχουμε δύο δυνατές επιλογές:
Πρώτον.
Οδηγούμε στον ανηφορικό δρόμο μέχρι το ψηλότερο σημείο του, απολαμβάνοντας την θέα του κόλπου της Καρύστου, της ανατολικής Αττικής και του Αιγαίου. Μετά το σημείο, αυτό παύει η θέα προς τον κόλπο και αρχίζουμε να βλέπουμε το στενό του Καβοντόρου που σχηματίζεται με το ακριβώς απέναντι νησί, την Άνδρο. Εκεί ο δρόμος στρίβει και ακριβώς πάνω στην στροφή, αριστερά, υπάρχουν αντένες τηλεπικοινωνιών. Η απόσταση μέχρι εκεί από την Κάρυστο είναι 11,5 χιλιόμετρα και χρειάζεται χρόνος 20 λεπτών περίπου.
10-20 μέτρα μετά τις αντένες, αριστερά του κυρίως δρόμου, ξεκινά ένας ανηφορικός δρόμος, τσιμεντοστρωμένος τον οποίο ακολουθούμε. Λίγο ψηλότερα, στα δεξιά του ανηφορικού δρόμου ξεκινά ένας χωματόδρομος. Τον ακολουθούμε και μετά από 16 περίπου χιλιόμετρα ο δρόμος διχάζεται. Ακολουθούμε την αριστερή πορεία και ανηφορίζουμε ακόμη λίγο. Για 1,5 χιλιόμετρα ο δρόμος είναι στρωμένος με τσιμέντο και τελειώνει σ’ ένα πλάτωμα που μπορούμε ν’ αφήσουμε το αυτοκίνητο. Ο χρόνος από την στροφή με τις αντένες μέχρι το πλάτωμα είναι 35 λεπτά. Μπροστά μας είναι οι κορυφές της Όχης. Δεξιά απλώνεται το δάσος με τις καστανιές, ο Καστανόλογγος. Μπροστά, αριστερά επάνω, φαίνεται το καταφύγιο και το μονοπάτι που ξεκινά αριστερά, οδηγεί σ’ αυτό.
Δεύτερον.
Συνεχίζουμε για πολύ λίγο ακόμη μετά το χωριό Μετόχι μέχρι που στα αριστερά μας θα διακρίνουμε πινακίδα που γράφει προς Καταφύγιο. Μέχρι εκεί η απόσταση από την Κάρυστο είναι 6,5 χιλιόμετρα περίπου. Στο σημείο αυτό στρίβουμε αριστερά και παίρνουμε τον χωματόδρομο που το μεν καλοκαίρι είναι βατός τον δε χειμώνα γίνεται αρκετά δύσκολος και χρειάζεται αυτοκίνητο 4x4. Από το σημείο που μπήκαμε στο χωματόδρομο και μετά από 2-3 χιλιόμετρα κοιτάζοντας αριστερά στον απέναντι λόφο μπορούμε να διακρίνουμε ένα μικρό εκκλησάκι, εκεί είναι η βυζαντινή εκκλησία του Αϊ Γιώργη του Μαύρου, παλιό μοναστήρι της περιοχής. Όταν έχουμε διανύσει 6,2 χιλιόμετρα περίπου στον χωματόδρομο, βρισκόμαστε στην διασταύρωση με τον δρόμο που έρχεται από τις αντένες όπως το περιγράψαμε στην πρώτη περίπτωση. Στρίβουμε αριστερά και μετά από 4 χιλιόμετρα καταλήγουμε στο καστανόδασος.
Βέβαια υπάρχει και η πεζοπορική διαδρομή προς το καταφύγιο της Όχης, το κλασσικό μονοπάτι που οι επισκέπτες του βουνού περπατούσαν πριν ανοιχτούν οι δρόμοι. Ξεκινώντας από το χωριό Μύλοι κανείς ανεβαίνει προς τις Κολώνες ή Κυλίνδρους, το αρχαίο ρωμαϊκό λατομείο. Συνεχίζοντας βόρεια, περνάει την Κακιά Σκάλα και κατόπιν ακολουθεί ανατολική κατεύθυνση, μέχρι να συναντήσει τον δρόμο που ανεβαίνει από το Μετόχι και τις αντένες όπως περιγράφτηκε πιο πάνω.
Το ιστορικό του καταφυγίου
Από το άρθρο του Τέλη Δεληγιώργη στο Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών
Το καταφύγιο στο βουνό Όχη της Καρύστου είναι το πρώτο που έγινε στην Εύβοια. Ο συγγραφέας Τάσος Ζάππας, είναι ο πρώτος που συνέλαβε την ιδέα της κατασκευής του καταφυγίου στην Όχη.
Ο Τ. Ζάππας σε ομιλία του με θέμα «Η Εύβοια από τουριστική άποψη» στην αίθουσα «Παρνασσός» το 1937 είχε αναφερθεί για πρώτη φορά στην ανάγκη κατασκευής καταφυγίου σ΄ αυτό το τόσο ενδιαφέρον από κάθε άποψη βουνό. Επίσης, είχε απευθυνθεί στους Καρυστινούς ευεργέτες προκειμένου να βοηθήσουν οικονομικά για να υλοποιηθεί η ιδέα. Ένας απ’ αυτούς, ο Νικόλαος Κ. Γιοκαλάς, προοδευτικός και φιλοπάτρης, στην διαθήκη του, που έγραψε το 1945, μαζί με τις άλλες του επιθυμίες αναφέρει: Επιθυμώ και ορίζω όπως ανεγερθεί επί του όρους Όχη της Καρύστου, όπου υπάρχει αρχαίος ναός της Ήρας, μετατραπείς ήδη εις ναόν του Προφήτου Ηλιού, εν καταφύγιον προστατευτικόν των εκδρομέων, ορειβατών ή και άλλων επισκεπτών εκ του ψύχους και άλλων καιρικών μεταβολών.
Μετά τον θάνατο του Ν. Γιοκαλά στις 29 Δεκεμβρίου του 1949 ο Τάσος Ζάππας σαν Αντιπρόεδρος τότε της Ομοσπονδίας Εκδρομικών Σωματείων Ελλάδος και ο εκτελεστής της διαθήκης τότε Δήμαρχος Καρύστου Βασίλειος Γ. Δηληγιώργης αποφάσισαν όπως το καταφύγιο της Όχης ανεγερθεί από κοινού μεταξύ της Ομοσπονδίας και του Γιοκαλείου Ιδρύματος. Τα δυσκίνητα όμως γρανάζια της κρατικής γραφειοκρατίας ροκάνιζαν τον χρόνο έναρξης της κατασκευής του. Η τοπική κοινωνία αποφάσισε να πάρει πρωτοβουλίες. Έτσι, μια Κυριακή του Γενάρη του 1957 μέσα στο καταχείμωνο μια ομάδα αποτελούμενη από τον τότε πρόεδρο της Ομοσπονδίας Γεώργιο Μήλα, τον αντιπρόεδρο Τάσο Ζάππα, τον κάτοικο Καρύστου Ταξιάρχη Σέρελη, τον αντιπρόεδρο του Προοδευτικού Ομίλου Καρύστου Σταμάτη Παπαμιχαήλ και τον Σταμάτη Μπίτσικο από τους Μύλους, ανέβηκαν στην Όχη και έψαξαν να βρουν την κατάλληλη τοποθεσία για το καταφύγιο, που προϋπόθεση ήταν να είναι κοντά σε πηγή. Το σημείο το εντόπισαν και είναι εκεί που βρίσκεται σήμερα χτισμένο.
Ο Τάσος Ζάππας αναφέρει ότι το καταφύγιο είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1200 μέτρων. Ο Σάκης Μπινιάρης αναφέρει ότι το υψόμετρο έχει μετρηθεί επανειλημμένως με μηχανήματα νέας τεχνολογίας και έχει βρεθεί 1050 μέτρα.
Για το σημείο που επέλεξαν για το καταφύγιο, γράφει ο Τάσος Ζάππας στα «ΕΥΒΟΪΚΑ Β΄»: Χαράξαμε, θυμάμαι, με τον σουγιά ένα σταυρό στον κορμό μιας γέρικης αγριοκαστανιάς, αφού το έδαφος ήταν σκεπασμένο από χιόνι και δύσκολα μπορούσαμε να βάλουμε σημάδι. Η μελέτη έγινε από το Υπουργείο Παιδείας, και την ανέγερση ανέλαβε ο Βασίλης Δημητρίου εργολάβος από την Χαλκίδα. Επιβλέπων μηχανικός ήταν ο Γιάννης Πανταζής κάτοικος Καρύστου. Ο Σταμάτης Μπίτσικος άμεσα και καθημερινά επέβλεπε τις εργασίες έχοντας αναλάβει να φέρει το δύσκολο αυτό έργο σε πέρας, που έπρεπε να γίνει κόντρα στις άσχημες καιρικές συνθήκες στο βουνό, αλλά και με τα λίγα μέσα της εποχής. Σημειωτέον ότι όλα τα υλικά μετεφέροντο από την Κάρυστο και τους Μύλους με τα ζώα.
38-40 χρόνια αργότερα, ο μπάρμπα Σταμάτης, είχε την καλοσύνη να μνημονεύσει τα ονόματα όλων εκείνων που εργάσθηκαν για να χτιστεί το καταφύγιο της Όχης. Αξίζει να αναφερθούν τα ονόματά τους σαν μια ελάχιστη τιμή, αναλογιζόμενοι τις συνθήκες κάτω από τις οποίες, την εποχή εκείνη δούλεψαν για το καταφύγιο. Τη μεταφορά των υλικών από την Αθήνα μέχρι την Κάρυστο την έκανε ο Παναγής Κολόμπαρης με το αυτοκίνητό του. Από την Κάρυστο τα υλικά τα φόρτωναν σε ζώα και μέσα από το χωριό Μύλοι μετά από δύσκολη διαδρομή 2 – 2μιση ωρών τα ανέβαζαν στο καταφύγιο. Οι αγωγιάτες που μετέφεραν τα υλικά ήταν: ο Αντώνης Καλλιανιώτης, ο Χαρίλης Μπουγάς, ο Παναγιώτης Κουτσούκος, ο Κώστας Τζένης, ο Χρήστος Μπερέτης, ο Γιάννης Μπίτσικος και ο Χρήστος Αλιθαρίτης. Οι εξωτερικοί τοίχοι είναι πέτρινοι, την δε πέτρα την έπαιρναν από την γύρω περιοχή. Οι χτίστες που δούλεψαν ήταν: ο Γιάννης Ζέμπης και ο Παναγιώτης Ζέμπης από τους Μύλους, ο Βαγγέλης Μάριζας, ο Γιάννης Μιχάλης, ο Γιώργος Μιχάλης από του Καλλιανού. Δούλεψαν δε οι εξής εργάτες: Νίκος Θεοδώρου, Χαρίλης Καπόλας, Θανάσης Θεοδώρου, Νώντας Τσέπας και Λευτέρης Θεοδώρου. Στους σοφάδες εργάσθηκαν ο Γιάννης Κουλιάτσης και ο Νίκος Μάριζας. Μαραγκοί ήταν ο Παναγιώτης Κηρύκος και ο Γιώργος Παναγιώτου. Τα υδραυλικά έβαλαν οι Παναγιώτης Τζένης με βοηθό τότε τον μικρό του γιο Νίκο. Σιδεράς ήταν ο Παναγιώτης Καραμπίλας, ελαιοχρωματιστής ο Παναγιώτης Έξης. Όταν τελείωσαν οι εργασίες το καταφύγιο καθάρισε η Παρασκευή Μπαμπανιώτη.
Τα εγκαίνια του πρώτου καταφυγίου στην Εύβοια έγιναν την Κυριακή 21 Οκτωβρίου 1962. Για τα εγκαίνια αυτά γράφει ο Τάσος Ζάππας στα «ΕΥΒΟΪΚΑ Β΄»: Το ατμόπλοιο ΡΕΝΑ, ειδικά ναυλωμένο από την Ομοσπονδία, έφερε αποβραδίς στην Κάρυστο τους εκπροσώπους των φυσιολατρικών σωματείων από όλη την Ελλάδα. Την Κυριακή το πρωί οι ορειβάτες ανέβηκαν, περνώντας από τους Μύλους, από τους «Τσιλύντρους» και την κακή Σκάλα, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή και χρειάσθηκε ν΄ αναφτεί το τζάκι να στεγνώσουν οι βρεγμένοι. Από μέρους της Ομοσπονδίας μίλησε ο Γ. Μήλας και εγώ από μέρους της Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών» και ο Τάσος Ζάππας καταλήγει: «Η διαθήκη του Νικ. Γιοκαλά είχε εκτελεσθεί και μια δική μου σκέψη είχε πραγματοποιηθεί».
Τότε την διαχείριση του καταφυγίου είχε αναλάβει το Γιοκάλειο Ίδρυμα Καρύστου, την δε φύλαξή του ο Σταμάτης Μπίτσικος. Για αρκετά χρόνια το καταφύγιο βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση και οι επισκέψεις ομάδων ορειβατών ήταν τακτικές. Τα χρόνια όμως πέρασαν, ο μπάρμπα Σταμάτης μεγάλωσε και δεν μπορούσε πια να συντηρεί το καταφύγιο. Έτσι σιγά-σιγά ήρθε η αδιαφορία του Γιοκαλείου Ιδρύματος και του Δήμου. Αυτό είχε σαν συνέπεια να πάψει να λειτουργεί και από καταφύγιο ανθρώπων να γίνει καταφύγιο ζώων (μαντρί). Το μόνο που έγινε στα χρόνια αυτά της εγκατάλειψης ήταν η διάνοιξη κάποιου νέου δρόμου προς τα χωριά του Καβοντόρου, παράκαμψη του οποίου έφτασε 400 μέτρα περίπου από το καταφύγιο και τον καστανόλογγο. Ο δρόμος αυτός ήταν πολύ σημαντικός γιατί χωρίς αυτόν πιθανόν να μην μπορούσε να επαναλητουργήσει ποτέ, αφού δεν θα μπορούσε να επισκευαστεί. Έτσι ξεχασμένο απ΄ όλους, τα χρόνια περνούσαν μέχρι που ένας Καρυστινός νέος, λάτρης του βουνού, ο δάσκαλος Σάκης Μπινιάρης με πολλή όρεξη και περισσότερο μεράκι εθελοντικά ανέλαβε πρωτοβουλία, αυτό το μαντρί και πρώην καταφύγιο να το κάνει και πάλι να λειτουργήσει. Η πρωτοβουλία αυτή ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1992 και αφού έγιναν σοβαρές δουλειές όπως αλλαγή υδραυλικών, αλλαγή πατώματος, καινούργιες πόρτες, καινούργια στρώματα-κουβέρτες, τζάκι, γενικό βάψιμο άρχισε σιγά-σιγά το καταφύγιο να γίνεται επισκέψιμο και έτσι να μπορεί και πάλι να δεχθεί τους φίλους του βουνού. Μέσα σε όλη αυτή την προσπάθεια του Σάκη Μπινιάρη υποβοηθουμένου κατά περιόδους και από Καρυστινούς νέους, τον Μάρτιο του 1993 φύτεψαν γύρω από το καταφύγιο 150 περίπου έλατα, τα περισσότερα των οποίων τα έφαγαν τα γίδια που βόσκουν στην περιοχή. Σήμερα σώζονται ελάχιστα και αυτό χάρη στη μεγάλη φροντίδα του Σάκη Μπινιάρη ο οποίος περιέφραξε όσα μπορούσε.
Σήμερα, την φροντίδα και την άμεση διαχείριση του καταφυγίου έχει ο Νίκος Γκίκας.
Ο Τέλης Δεληγιώργης καταλήγει στο άρθρο του: «Προσωπικά πιστεύω ότι, αν ο Ν. Γιοκαλάς δεν είχε αφήσει στην διαθήκη του να κατασκευαστεί καταφύγιο στην Όχη και εάν ο τότε δήμαρχος Β. Δεληγιώργης μαζί με τον Τάσο Ζάππα δεν είχαν τρέξει και προσπαθήσει, ποτέ η Όχη δεν θα αποκτούσε καταφύγιο. Γι’ αυτό ας είναι ελαφρύ το χώμα που τους σκεπάζει αυτούς τους τρεις πραγματικούς πατριώτες.»